Είμαστε Πνεύμα και Τέχνη.
Ταξίδι μες την απέραντη μοναξιά του Χρόνου,τότε όπως και τώρα..
Νύχτες που πήραν φωτιά,αναμνήσεις ραγισμένες σε μεθυσμένα μπαλκόνια..
Θεατρίνες χλωμές παραπατούν στη σκηνή,ζαλισμένες απ την πείνα κι απο πικρά ναρκωτικά.
Ανόητοι ποιητές τις ερωτεύονται παράφορα,γλύφουν ξυράφια κι αυτομαστιγώνονται μπροστά σε καθρέφτες ηδονοβλεψίες.
Μια γυναίκα ντυμένη στα μαύρα αγναντεύει τη θάλασσα,η Ευρώπη φλέγεται σε κάθε γωνιά,
κάτω απ την Ακρόπολη οι απόγονοι των αρχαίων θεών προετοιμάζουν τη Μεγάλη Απόβαση,αστρόπλοια πλησιάζουν απο μακριά,Ανδρομέδιοι Έλληνες με πανίσχυρα λέιζερ περιπολούν αόρατοι γύρω απ τη Σελήνη..
Tαξιδιώτες απo την άλλη άκρη του Σύμπαντος στέκονται πάνω στα ερείπια της Νέας Υόρκης,η Βασιλεία των Ουρανών δεν ήρθε ποτέ,κανείς άνθρωπος δεν επέζησε,ο Κόσμος ήταν στημένος,το ξέραν οι τρελοί και ουρλιάζαν τις νύχτες,κάπου μακριά,έξω απ τον Κόσμο,μια Νέα Γή γεννιέται,φωτεινή,με θάλασσες πολύχρωμες και δίδυμα φεγγάρια στο στερέωμα..
Πουλημένες ηδονές,άνισες μάχες με τον Χρόνο,μέθη..
Αγόρια φιλιούνται παθιασμένα στο πάτωμα,μαύρο κρασί και μαύρες ψυχές,ένας τρελός χορεύει ανέμελα φορώντας ένα σακάκι γεμάτο καρδιές,σκυλιά γλύφουν το αίμα του,κόκκινο σαν το φεγγάρι που κατέβηκε χαμηλά κι ατενίζει την πόλη..
Παμπάλαια αγάλματα σαλεύουν ύποπτα πίσω απ τα κλαδιά των μοναχικών δέντρων,φύλλα νεκρά στα πλακόστρωτα,κιτρινισμένα,δε πρόλαβαν ποτέ να διηγηθούν την πτώση τους..
Ο άνεμος φυσάει απαλά,παρασέρνει ένα ερωτικό ποίημα που γράφτηκε ξημερώματα απ το χέρι ενός αυτόχειρα που δεν υπάρχει πιά,ο ορίζοντας ανοίγει και μια πολιτεία με χρυσά κάστρα προσγειώνεται για να υποδεχθεί τα εξόριστα παιδιά της,θα φύγουν πίσω απο τους γαλαξίες,στα μυστικά μονοπάτια των κόσμων πέρα ως πέρα,δεσμώτες του ιλίγγου,με διάφανες καρδιές και πρωτόγνωρες ελπίδες..
Μια ιπτάμενη άμαξα ταξιδεύει νύχτα στην ουράνια Γαλλία,ο οδηγός της σκορπάει λουλούδια απο ψηλά,είναι ένας αυτοεξόριστος ποιητής που όλοι τον έχουν ξεχάσει,κανείς δε θα μάθει ποτέ την ιστορία του..
Μια απαλή ομίχλη απλώνεται γύρω απ τον παλιό πύργο,αγέρωχος και σκοτεινός,περιμένει απο πάντα την ώρα της απόδρασης,να εκτοξευτεί στο διάστημα,αναζητώντας νέες πολιτείες..
Στο μικρό σαλόνι,ακούγεται η μουσική μιας άλλης εποχής,κεριά αιωρούνται τριγύρω,ένα βιολί δραπετεύει απ το παράθυρο την τελευταία στιγμή..
Άγγελοι χορεύουν σιωπηλοί δίπλα απ το τζάκι,ο καπνός στροβιλίζεται αργά ακολουθώντας τις νότες,μια χλωμή οπτασία διαβάζει ένα άγνωστο βιβλίο του Άρθουρ Σόπενχαουερ,χαμογελάει μυστήρια,τα βιβλία είναι σύμπαντα για τολμηρούς ταξιδιώτες,πύλες εισόδου σε εναλλακτικές πραγματικότητες,κάποιοι δραπέτευσαν για πάντα απο εδώ και στέλνουν τις ανταποκρίσεις τους μέσα στα ιδρωμένα όνειρα παράξενων ανθρώπων.
Ένα τραίνο φάντασμα συνθέτει παράξενες μελωδίες πάνω στις ράγες,φεύγει όλο και πιο μακριά,βαθιά στον νυχτερινό ορίζοντα,σε ένα ταξίδι δίχως τελειωμό...
Ζητιάνοι μουρμουρίζουν μεθυσμένοι στους δρόμους,εξαρτημένες ανεξαρτησίες,λάμπες μοναχικές αυτοκτονούν μαρτυρικά μες τη σιωπή,τα φώτα σβήνουν,τα μάτια κουρασμένα σαν πάντα κλείνουν και γεμίζουν με όνειρα...
Αντικατοπτρισμοί από εξωγήινες πολιτείες σελαγίζουν χλωμά ανάμεσα στις αστρικές παρέες,
καβαλάρηδες με αστραφτερές πανοπλίες κι άγρια άλογα με πύρινα μάτια καλπάζουν ψηλά στο μονοπάτι του Γαλαξία,διαστημόπλοια τυλιγμένα στις φλόγες προσγειώνονται ανώμαλα σε ερημικές εξοχές,τα λέιζερ του Πολέμου των Άστρων αστράφτουν ψηλά στον ουρανό μα οι άνθρωποι κοιμούνται..
Μια θλιμμένη μελωδία στα χείλη ενός αλήτη,σκιές ερωτοτροπούν στα σκοτάδια,ονειροναύτες ίπτανται αθόρυβα προς το αστρικό πεδίο,ασυναίσθητα,δε γνωρίζουν τί τους συμβαίνει..
Παμπάλαια ρολόγια γυρνούν ασταμάτητα,τα άστρα διαγράφουν ευλαβικά τις τροχιές τους,άγνωστα τοπία πίσω απο κλειδαρότρυπες,πόρτες που ανοίγουν κρυφά,παιδιά που φύγαν βράδυ και δε γύρισαν ποτέ στο σπίτι τους..
Ένας φαροφύλακας ξενυχτά συντροφιά με την Μεγάλη Άρκτο,κρύο και θλίψη,ο λυπητερός σκοπός μιας φυσαρμόνικας αγκαλιάζει το χώρο,ένα ποτήρι βότκα που φωσφορίζει,το χλωμό πρόσωπο της μοναξιάς καθρεφτίζεται αχνά στο γυαλί,απο πάντα είμασταν μόνοι,μάθαμε να ξεγελούμε τις καρδιές μας με ακριβούς έρωτες και φθηνές γιορτές,πίσω απ τα βουνά ο ήλιος ταξιδεύει γοργά φέρνοντας κι άλλες ελπίδες,κι άλλες συντριβές...
Απέραντες βιβλιοθήκες οι σκέψεις μας,στέκουν σκοτεινές,βαθιά,στα υπόγεια του μυαλού,μυστήρια κρυμμένα απ τους άλλους κι απο εμάς,αχανείς ψυχογεωγραφίες,απάτητες,ανεξερεύνητες,πέρα απο κάθε φαντασία..
Καλοκαιρινά οράματα,έκσταση μεθυσμένων γυναικών,εραστές που αγαπιούνται παράφορα μα κρύβουν χίλια μυστικά μες τις καρδιές,οι αγωνίες των καλλιτεχνών και η θλίψη ενός θνητού αγγέλου που κοιτά την πόλη απο ψηλά,ποτέ δε κερδίσαμε τον Παράδεισο,μόνο ελπίδες και ουτοπίες που φαντάζουν τόσο μάταιες,τόσο μακρινές..
Mια εξοχή σ΄έναν πίνακα του Γκόγια,ακίνητη κι εκθαμβωτική...
Παράξενες νέες ιδέες και μισοκαμένα επαναστατικά μανιφέστα,η Μεταμόρφωσης του Κάφκα και οι τρελοί στίχοι των Ντανταιστών,η Σκοτεινή Πόλη κι ο Πολίτης Καίην,ο Χρόνος είναι ψέματα κι όλα όσα βλέπουμε τριγύρω δεν είναι παρα ένα όνειρο μέσα σ΄ένα όνειρο,δε θα πεθάνουμε ποτέ πουλημένοι κανάγες,θα γυρίσουμε πίσω ξανά με χίλια πρόσωπα κι αμέτρητες ζωές!
Μεσάνυχτα,ώρα φαντασμάτων,ηχεία που τρίζουν απαλά..
Ένας γέρος μάγος χαιδεύει μια κρυστάλλινη σφαίρα και προσεύχεται σε αλλόκοτες θεότητες,κάποιος έκλεψε τους δείχτες του φεγγαριού,τα γρανάζια του σύμπαντος τρέμουν σαν ύποπτα ντράμς,μόνο οι ελαφροίσκιωτοι το ακούν στο τραγούδι του ανέμου που έρχεται απο μακριά,η νύχτα άγρια καταπίνει τον τόπο,τα άστρα πέφτουν,οι άνθρωποι πέφτουν,όλος ο κόσμος ένα αστείο παραμύθι..
Θλίψη αρχαία και πικρό αλκοόλ,ένας φτωχός ποιητής γράφει τον τελευταίο στίχο της ζωής του,το όπιο σιγοκαίει τις φλέβες,είναι αργά πια για δάκρυα,πολύ αργά..
΄΄Ω Άγγελε που είσαι όλο χαρά,ξέρεις τις τύψεις,τα ντροπιάσματα,την πλήξη;
Άγγελε που είσαι όλο χαρά....ξέρεις την αγωνία;...΄΄
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Ονειρικό ταξίδι γεμάτο εικόνες, χρώματα, μυρωδιές, νοσταλγία και λαχτάρα μας πρόσφερες και σήμερα φίλε μου..
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι το τέλος.. «Ω Άγγελε που είσαι όλο χαρά,
ξέρεις τις τύψεις, τα ντροπιάσματα, την πλήξη;
Άγγελε που είσαι όλο χαρά....ξέρεις την αγωνία;... ».
Όλη την αγωνιά μα και το μεγαλείο του Ανθρώπου εκφράζει, εκείνου που τα πεπερασμένα του όρια ξέρει, μα συνεχίζει..
Τ’ αστέρια να αγναντεύει, και μια Λευτεριά πέρα από τους περιορισμούς της ύλης να ζητά..
Να είσαι καλά συνταξιδιώτη,
Καλό απόγευμα..
Ο Κόσμος από μία ανάφλεξη γεννήθηκε και είναι της Μοίρας του μόνιμα να φλεγεται..
ΑπάντησηΔιαγραφήΌπως και το Μεσα μας...
Οι φλόγες κάψαν το Πνεύμα, Έκπτωτε... έμειναν απομηνάρια Τεχνης να μας θυμίζουν ότι από εδώ καποτε πέρασε ο Άνθρωπος!....
Φιλια... να φλεγονται στο Δάσος των απανθρακωμένων Ειδώλων...
σε εκεινο το νεκροταφείο των όμορφων κειμενων που θα επιβιώσουν της πύρινης καταστροφης.. ειμαι σίγουρη!...